οδηγητής

οδηγητής
ο, θηλ. οδηγήτρια και οδηγήτρα (ΑΜ ὁδηγητήρ, -ῆρος)
αυτός που οδηγεί, οδηγός
/ νεοελλ.
1. ο καθοδηγητής, ο ηγέτης
2. το θηλ. η οδηγήτρια
α) σταθερή γραμμή ή καμπύλη η οποία χρησιμεύει ως οδηγός για την περιγραφή καμπύλης ή επιφάνειας
β) τεχνολ. ο οδηγός, η ευθυντηρία
γ) αυλάκωση τής κάννης τού πυροβόλου, εντομή
δ) εκκλ. i) προσωνυμία τής Παναγίας, η οποία καθοδηγεί τους πιστούς που τήν επικαλούνται
ii) τύπος βυζαντινής εικόνας τής Θεοτόκου, η οποία κάθεται σε θρόνο και κρατά με το αριστερό χέρι το θείο βρέφος
iii) ονομασία διαφόρων εκκλησιών και μοναστηριών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁδηγῶ + κατάλ. -τής / τρια. Ο τ. ὁδηγητήρ < ὁδηγῶ + επίθημα -τήρ (πρβλ. τιμωρη-τήρ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • οδηγητής — ο θηλ. ήτρια αυτός πού οδηγεί, που καθοδηγεί, ο καθοδηγητής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Young Communist League of Greece — (Greek: Oμοσπονδία Kομμουνιστικών Nεολαιών Eλλάδας, OKNE) was the youth wing of the Communist Party of Greece. OKNE was founded on November 28, 1922. The journal I Neolaia (Η ΝΕΟΛΑΙΑ) became the official organ of OKNE.[1] OKNE was a section of… …   Wikipedia

  • Communist Youth of Greece — KNE redirects here. For other uses, see KNE (disambiguation). Communist Party of Greece Politics of Greece Communist Youth European United Left History of the Party EAM–ELAS Democratic Army of Greece United Democratic Left United Left Synaspismos …   Wikipedia

  • Kommunistische Jugend Griechenlands — Die Kommunistische Jugend Griechenlands, (Κομμουνιστική Νεολαία Ελλαδας, KNE) ist der Jugendverband der Kommunistischen Partei Griechenlands (kurz: KKE). Die KNE publiziert die Monatszeitschrift Odigitis (Greek: Οδηγητής, Anleitung ) und… …   Deutsch Wikipedia

  • ενδείκτης — ο (Α ἐνδείκτης) νεοελλ. 1. ονομασία διαφόρων οργάνων (καθοδικών σωλήνων) ραδιοηλεκτρικών συσκευών, που χρησιμεύουν ως δείκτες σημάτων φωτός και ήχου 2. φρ. «ενδείκτης ύψους και πυροσωλήνα» όργανο για τον καθορισμό τής διεύθυνσης τής… …   Dictionary of Greek

  • ηγητήρ — ἡγητήρ, δωρ. τ. ἁγητήρ, ὁ, θηλ. ἡγήτειρα (Α) [ηγούμαι] 1. καθοδηγητής, οδηγός, οδηγητής 2. αρχηγός, ηγέτης 3. το ψάρι «ναυκράτης ο οδηγός, που οδηγεί την αγέλη, αλλ. ηγεμών*, γνωστό σήμερα ως πιλότος …   Dictionary of Greek

  • καθοδηγητής — ο [καθοδηγώ] αυτός που καθοδηγεί, οδηγητής, ηγέτης («πολιτικός καθοδηγητής») …   Dictionary of Greek

  • οδηγέτης — ο (Μ ὁδηγέτης) οδηγός, οδηγητής. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὁδός + ἡγέτης (πρβλ. ιππηγέτης)] …   Dictionary of Greek

  • οδηγήτρια — I Επίθετο που έχει δοθεί από τους νεότερους Έλληνες στη Θεοτόκο, (Παναγία η Ο.). Ο χαρακτηρισμός Ο. αναφέρεται και σε τύπο εικονογράφησης της Παναγίας και είναι πολύ διαδομένος στον ελληνικό χώρο καθώς και σε περιοχές όπου υπάρχουν κατάλοιπα της… …   Dictionary of Greek

  • Βάρναλης, Κώστας — (Πύργος, Βουλγαρία 1882 ή 1884 – Αθήνα 1974). Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής. Νέος ήρθε στην Ελλάδα, όπου φοίτησε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1909 άρχισε να υπηρετεί στο Δημόσιο ως δάσκαλος, το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”